Γουλάς
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Γουλάς | ||
γενική | του | Γουλά | ||
αιτιατική | τον | Γουλά | ||
κλητική | Γουλά | |||
Κατηγορία όπως «ψαράς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Γουλάς < (άμεσο δάνειο) τουρκική kule → δείτε τη λέξη κούλες • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΓουλάς αρσενικό, μόνο στον ενικό
- (επωνυμία) ονομασία παλαιάς αρχοντικής οικίας σε μορφή κάστρου, αρχικά ιδιοκτησίας της οικογένειας Μπότζι, στα Φηρά της Σαντορίνης
Μεταφράσεις
επεξεργασία Γουλάς
|