ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Γερμανόπολῐς
      γενική τῆς Γερμανοπόλεως
      δοτική τῇ Γερμανοπόλει
    αιτιατική τὴν Γερμανόπολῐν
     κλητική ! Γερμανόπολῐ
3η κλίση, Κατηγορία 'δύναμις' όπως «δύναμις» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Γερμανόπολις < όνομα Γερμαν(ός) + -ό- + -πολις

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Γερμανόπολις θηλυκό, μόνο στον ενικό

Δείτε επίσης

επεξεργασία