Γανέλλης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Γανέλλης < + -έλλης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΓανέλλης αρσενικό (θηλυκό Γανέλλη)
Γανέλλης αρσενικό (θηλυκό Γανέλλη)