Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Γαλάτης οι Γαλάτες
      γενική του Γαλάτη των Γαλατών
    αιτιατική τον Γαλάτη τους Γαλάτες
     κλητική Γαλάτη Γαλάτες
Κατηγορία όπως «ναύτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Γαλάτης < αρχαία ελληνική Γαλάτης

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Γαλάτης αρσενικό

  1. που είναι από τη Γαλατία (θηλυκό Γαλάτισσα)
  2. ανδρικό όνομα
    → δείτε και τα ονόματα Γαλακτίων και Γαλάτιος
  3. ανδρικό επώνυμο (θηλυκό Γαλάτη)

Μεταγραφές επεξεργασία

επώνυμο:

  Μεταφράσεις επεξεργασία



Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Γαλάτης < αρχαία ελληνικά Γαλατία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Γαλάτης αρσενικό

  • που είναι από τη Γαλατία (της Δυτ. Ευρώπης ή της Μικράς Ασίας)
    ※  Διόπερ εὐθέως τὰ μέγιστα τῶν ἐθνῶν, τό τε τῶν Ἰνσόμβρων καὶ Βοίων, συμφρονήσαντα διεπέμποντο πρὸς τοὺς κατὰ τὰς Ἄλπεις καὶ περὶ τὸν Ῥοδανὸν ποταμὸν κατοικοῦντας Γαλάτας, προσαγορευομένους δὲ διὰ τὸ μισθοῦ στρατεύειν Γαισάτους (Πολύβιου, Ἱστορίαι (2:22:1) ).
    ※  Οἱ δὲ ὑπὲρ τὸν Πόντον Γαλάται, οὔπω τῶν Ῥωμαίων εἰς τὴν Ἀσίαν διαβεβηκότων […] (Μέμνωνα του Ηρακλείδη, Περὶ Ἡρακλείας (1.20) ).

  Πηγές επεξεργασία