Βρωμοβρυσιώτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Βρωμοβρυσιώτης | οι | Βρωμοβρυσιώτηδες |
γενική | του | Βρωμοβρυσιώτη* | των | Βρωμοβρυσιώτηδων |
αιτιατική | τον | Βρωμοβρυσιώτη | τους | Βρωμοβρυσιώτηδες |
κλητική | Βρωμοβρυσιώτη | Βρωμοβρυσιώτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Βρωμοβρυσιώτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Βρωμοβρυσιώτης < Βρωμόβρυσ(η) + -ιώτης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒρωμοβρυσιώτης αρσενικό (θηλυκό Βρωμοβρυσιώτη ή Βρωμοβρυσιώτου)