Δείτε επίσης: βρετόνη
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η Βρετόνα οι Βρετόνες
      γενική της Βρετόνας
    αιτιατική τη Βρετόνα τις Βρετόνες
     κλητική Βρετόνα Βρετόνες
Η γενική πληθυντικού σε -ών δε συνηθίζεται.
Κατηγορία όπως «πείνα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Βρετόνη < Βρετόν(ος) +

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Βρετόνη (el) θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε Βρετόνος