Βοσπορηνοί
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | οἱ | Βοσπορηνοί | ||||||
γενική | τῶν | Βοσπορηνῶν | ||||||
δοτική | τοῖς | Βοσπορηνοῖς | ||||||
αιτιατική | τοὺς | Βοσπορηνούς | ||||||
κλητική ὦ! | Βοσπορηνοί | |||||||
2η κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Βοσπορηνοί < πληθυντικός αριθμός του Βοσπορηνός
Ουσιαστικό
επεξεργασίαΒοσπορηνοί αρσενικό στον πληθυντικό
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη Βόσπορος
Πηγές
επεξεργασία- Βοσπορηνοί - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.