Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο Βινιώτης οι Βινιώτηδες
      γενική του Βινιώτη* των Βινιώτηδων
    αιτιατική τον Βινιώτη τους Βινιώτηδες
     κλητική Βινιώτη Βινιώτηδες
 * Και λόγια γενική ενικού Βινιώτου
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

Βινιώτης < + -ιώτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Βινιώτης αρσενικό (θηλυκό Βινιώτη ή Βινιώτου)

Μεταγραφές επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  • Ντίνας, Κ. 1995. Kοζανίτικα επώνυμα (1759-1916). Kοζάνη: Iνστιτούτο Bιβλίου και Aνάγνωσης (Yπουργείο Πολιτισμού-Δήμος Kοζάνης) [1]