Βελιγραδιώτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Βελιγραδιώτης | οι | Βελιγραδιώτηδες |
γενική | του | Βελιγραδιώτη* | των | Βελιγραδιώτηδων |
αιτιατική | τον | Βελιγραδιώτη | τους | Βελιγραδιώτηδες |
κλητική | Βελιγραδιώτη | Βελιγραδιώτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Βελιγραδιώτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Βελιγραδιώτης < Βελιγραδ(ι) + -ιώτης
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΒελιγραδιώτης αρσενικό (θηλυκό Βελιγραδιώτη ή Βελιγραδιώτου)