Ασωμάτος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Ασωμάτος < + -άτος • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑσωμάτος αρσενικό (θηλυκό Ασωμάτου)
Ασωμάτος αρσενικό (θηλυκό Ασωμάτου)