Ασηκλάρης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Ασηκλάρης < + -άρης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑσηκλάρης αρσενικό (θηλυκό Ασηκλάρη)
Ασηκλάρης αρσενικό (θηλυκό Ασηκλάρη)