Αρσενούλης
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Αρσενούλης < + -ούλης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα επεξεργασία
Αρσενούλης αρσενικό (θηλυκό Αρσενούλη)
Αρσενούλης αρσενικό (θηλυκό Αρσενούλη)