↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Αμυγδαλέζα
      γενική της Αμυγδαλέζας
    αιτιατική την Αμυγδαλέζα
     κλητική Αμυγδαλέζα
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
Αμυγδαλέζα < αρβανίτικη midhale (αμυγδαλιά) + -za[1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /a.mi.ɣðaˈle.za/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Α‐μυ‐γδα‐λέ‐ζα

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Αμυγδαλέζα θηλυκό, μόνο στον ενικό

  1. συνοικία των Αχαρνών
  2. οικισμός της Αττικής κοντά στη Σταμάτα

Δείτε επίσης

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Συμεωνίδης Χαράλαμπος, (2010). Ετυμολογικό λεξικό των νεοελληνικών οικωνυμίων, τόμοι 1-2. Λευκωσία-Θεσσαλονίκη: Κέντρο Μελετών Ιεράς Μονής Κύκκου, ISBN 978-960-92762-0-7.