Αμπελικιώτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Αμπελικιώτης | οι | Αμπελικιώτηδες |
γενική | του | Αμπελικιώτη* | των | Αμπελικιώτηδων |
αιτιατική | τον | Αμπελικιώτη | τους | Αμπελικιώτηδες |
κλητική | Αμπελικιώτη | Αμπελικιώτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Αμπελικιώτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Αμπελικιώτης < + -ιώτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑμπελικιώτης αρσενικό (θηλυκό Αμπελικιώτη ή Αμπελικιώτου)