Αμπάρες
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | οι | Αμπάρες | ||
γενική | των | Αμπαρών | ||
αιτιατική | τις | Αμπάρες | ||
κλητική | Αμπάρες | |||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- Αμπάρες < πληθυντικός αριθμός του αμπάρα
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /amˈba.ɾes/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Α‐μπά‐ρες
Κύριο όνομα επεξεργασία
Αμπάρες θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό
- οικισμός της Ευρυτανίας