Αγιασιώτης
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | Αγιασιώτης | οι | Αγιασιώτηδες |
γενική | του | Αγιασιώτη* | των | Αγιασιώτηδων |
αιτιατική | τον | Αγιασιώτη | τους | Αγιασιώτηδες |
κλητική | Αγιασιώτη | Αγιασιώτηδες | ||
* Και λόγια γενική ενικού Αγιασιώτου | ||||
Ονοματεπώνυμα - Κατηγορία όπως «Αγγελίδης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Αγιασιώτης < + -ιώτης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαΑγιασιώτης αρσενικό (θηλυκό Αγιασιώτη ή Αγιασιώτου)