Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /vɔ.lɑ̃/
 
ομόηχο: volants

  Επίθετο επεξεργασία

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό volant volants
θηλυκό volante volantes

volant (fr)

  Μετοχή επεξεργασία

volant (fr)

Παράγωγα επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
volant volants

volant (fr) αρσενικό

  1. το τιμόνι, το βολάν
  2. το μπαλάκι της αντιπτέρισης (μπάντμιντον)

  Πηγές επεξεργασία