viable
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
viable (en)
- βιώσιμος
- ↪ viable solution - βιώσιμη λύση
- εφικτός, πραγματοποιήσιμος
Αντώνυμα επεξεργασία
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- viable < vie
Προφορά επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
viable | viables |
viable (fr)