Πολωνικά (pl) επεξεργασία

πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική szaleństwo szaleństwa
γενική szaleństwa szaleństw
δοτική szaleństwu szaleństwom
αιτιατική szaleństwo szaleństwa
οργανική szaleństwem szaleństwami
τοπική szaleństwu szaleństwach
κλητική szaleństwo szaleństwa

  Προφορά επεξεργασία

 

  Ουσιαστικό επεξεργασία

szaleństwo (pl) ουδέτερο

Συνώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

Εκφράσεις επεξεργασία