suffixum
Λατινικά (la)Επεξεργασία
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
suffixum ουδέτερο
- (νεολατινική σημασία, γλωσσολογία) επίθημα
ΚλίσηΕπεξεργασία
αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | suffixum | suffixa |
γενική | suffixī | suffixōrum |
δοτική | suffixō | suffixīs |
αιτιατική | suffixum | suffixa |
κλητική | suffixum | suffixa |
αφαιρετική | suffixō | suffixīs |
Κλιτικός τύπος μετοχήςΕπεξεργασία
suffixum