style
Αγγλικά (en)
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
style | styles |
style (en)
- το στιλ, το ύφος, ο τρόπος
- (πληροφορική) η οπτική παρουσίαση εγγράφου, κειμένου (έντονοι χαρακτήρες, υπογραμμίσεις, κλπ)
Σύνθετα
επεξεργασία
Ρήμα
επεξεργασία
Δείτε επίσης
επεξεργασίαΓαλλικά (fr)
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
style | styles |
Ετυμολογία
επεξεργασία
- style < λατινική stilus < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *steyg-