speak
Αγγλικά (en) Επεξεργασία
ενεστώτας | speak |
---|---|
γ΄ ενικό ενεστώτα | speaks |
αόριστος | spoke |
παθητική μετοχή | spoken |
ενεργητική μετοχή | speaking |
αγγλικά ανώμαλα ρήματα | |
Και παλαιός αόριστος spake. |
ΡήμαΕπεξεργασία
speak (en)
ενεστώτας | speak |
---|---|
γ΄ ενικό ενεστώτα | speaks |
αόριστος | spoke |
παθητική μετοχή | spoken |
ενεργητική μετοχή | speaking |
αγγλικά ανώμαλα ρήματα | |
Και παλαιός αόριστος spake. |
speak (en)