• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

scream

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αγγλικά (en)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Ουσιαστικό
    • 1.4 Ρήμα

Αγγλικά (en)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

scream < μέση αγγλική scræmen

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈskɹiːm/ (ΗΒ)
ΔΦΑ : /skɹim/ (ΗΠΑ)

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
scream screams

scream (en)

  • η στριγκλιά, κραυγή, ξεφωνητό, ουρλιαχτό

  ΡήμαΕπεξεργασία

ενεστώτας scream
γ΄ ενικό ενεστώτα screams
αόριστος screamed
παθητική μετοχή screamed
ενεργητική μετοχή screaming

scream (en)

  • φωνάζω, στριγκλίζω, κραυγάζω, ουρλιάζω
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=scream&oldid=5597086"
Τελευταία επεξεργασία στις 18 Σεπτεμβρίου 2022, στις 02:45
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 18 Σεπτεμβρίου 2022, στις 02:45.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie