• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

ξεφωνητό

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικά
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
 προσχέδιο λήμματος: μπορείτε να βοηθήσετε επεκτείνοντάς το λήμμα
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ξεφωνητό τα ξεφωνητά
      γενική του ξεφωνητού των ξεφωνητών
    αιτιατική το ξεφωνητό τα ξεφωνητά
     κλητική ξεφωνητό ξεφωνητά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
ξεφωνητό < ξεφωνώ

Ουσιαστικό

επεξεργασία

ξεφωνητό ουδέτερο

  1. η κραυγή, το τσίριγμα, η δυνατή φωνή
  2. (λαϊκότροπο) η αποδοκιμασία

Συγγενικά

επεξεργασία
  • ξεφωνίζω
  • ξεφωνώ
  • ξεφωνημένος

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    ξεφωνητό
  • αγγλικά : scream (en)
  • γαλλικά : cri (fr)
  • εσπεράντο : krio (eo)
  • ιταλικά : grido (it)
  • κορεατικά : 외침 (ko) (oijim)
  • κουρδικά : قیژه (ku)
  • πορτογαλικά : grito (pt)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ξεφωνητό&oldid=7125627"
Τελευταία επεξεργασία στις 14 Μαΐου 2025, στις 18:12

Γλώσσες

    • English
    • Suomi
    • Kurdî
    • Malagasy
    • Română
    • 中文
    Βικιλεξικό
    • Wikimedia Foundation
    • Powered by MediaWiki
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 14 Μαΐου 2025, στις 18:12. Page was rendered with Parsoid.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Κώδικας συμπεριφοράς
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας