Ετυμολογία

επεξεργασία
receveur < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ʁə.sə.vœʁ/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
receveur receveurs

receveur (fr) αρσενικό

  1. (παρωχημένο) ο φοροεισπράκτορας, ο εφοριακός
  2. ο εισπράκτορας (λεωφορείου, ...)
  3. (ιατρική) αυτός που δέχεται αίμα
  4. (ιατρική) αυτός που δέχεται μέρος ιστού ή ένα όργανο
  5. ο αποδέκτης ενός ντουζ

Συγγενικά

επεξεργασία