Ετυμολογία

επεξεργασία
réceptionnaire < λείπει η ετυμολογία

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ʁe.sɛp.sjɔ.nɛʁ/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
réceptionnaire réceptionnaires

réceptionnaire (fr) αρσενικό ή θηλυκό

  1. υπεύθυνος της παραλαβής εμπορευμάτων
  2. διευθυντής της ρεσεψιόν ενός ξενοδοχείου

Συγγενικά

επεξεργασία