receive
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαενεστώτας | receive |
γ΄ ενικό ενεστώτα | receives |
αόριστος | received |
παθητική μετοχή | received |
ενεργητική μετοχή | receiving |
Ρήμα
επεξεργασίαreceive (en)
- (μεταβατικό, μάλλον επίσημο) λαμβάνω, παραλαμβάνω, παίρνω ή δέχομαι κάτι που μου αποστέλλεται ή μου δίνεται
- ⮡ I received no news from her yet.
- Δεν έλαβα ειδήσεις της ακόμα.
- ⮡ We just received the packages he sent us.
- Μόλις παραλάβαμε τα δέματα που μας έστειλε.
- ⮡ I received your message yesterday.
- Πήρα το μήνυμά σου χθες.
- ⮡ Have you received any news from her?
- Πήρες ειδήσεις της;
- ≈ συνώνυμα: acquire, get, have και take
- ⮡ I received no news from her yet.
- (μεταβατικό) υποδέχομαι, βιώνω ή μου δίνεται ένα συγκεκριμένο είδος θεραπείας ή προσοχής
- ⮡ He was received coldly.
- Τον υποδέχτηκαν ψυχρά.
- ⮡ He was received coldly.
Πηγές
επεξεργασία- receive - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 643-644. ISBN 9780194325684., λήμμα: παίρνω