need
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
need | needs |
need (en)
- η ανάγκη
- ↪ The financial needs of this municipality can’t be cured without a generous subsidy.
- Οι οικονομικές ανάγκες του δήμου δε θεραπεύονται χωρίς γενναία επιχορήγηση.
- ↪ The financial needs of this municipality can’t be cured without a generous subsidy.
Ρήμα
επεξεργασίαενεστώτας | need |
γ΄ ενικό ενεστώτα | needs |
αόριστος | needed |
παθητική μετοχή | needed |
ενεργητική μετοχή | needing |
need (en)
- (μεταβατικό) χρειάζομαι, θέλω, απαιτώ κάτι ή κάποιον επειδή είναι ουσιαστικά ή πολύ σημαντικά, όχι απλώς επειδή θα ήθελα να τα έχω
- ↪ I need you, don’t leave.
- Σε χρειάζομαι, μη φεύγεις.
- ↪ I need two hours to finish the job.
- Χρειάζομαι δύο ώρες για να τελειώσω τη δουλειά.
- ↪ I don’t need your help./I don’t need you to help me.
- Δε μου χρειάζεται η βοήθειά σου.
- ↪ Thanks, that’s what I needed.
- Ευχαριστώ, αυτό χρειαζόμουν.
- ↪ Do you need me to come too?
- Χρειάζεται να έρθω κι εγώ;
- ↪ A swim in the sea is all I needed today.
- Ένα μπάνιο στη θάλασσα είναι ό,τι χρειάζεται σήμερα.
- ↪ Linen needs very good ironing.
- Τα λινά θέλουν πολύ καλό σιδέρωμα.
- ↪ I need you, don’t leave.
- (συνήθως need to) χρειάζεται να (ως απρόσωπο ρήμα), πρέπει να, υποχρεώνεται να, είμαι υποχρεωμένος να
- ↪ I didn’t need to go.
- Δε χρειάστηκε να πάω.
- ↪ Do I need to tell you more?
- Τι χρειάζεται να σου πω περισσότερα;
- ↪ Do I need to help too?
- Χρειάζεται να βοηθήσω και εγώ;
- ↪ If it is needed, let me know.
- Αν χρειαστεί, ειδοποίησέ με.
- ↪ No, it’s not needed.
- Όχι, δε χρειάζεται.
- ↪ I need to see him.
- Πρέπει να τον δω.
- ↪ Parents need to send their kids to school.
- Οι γονείς υποχρεώνονται να στέλνουν τα παιδιά τους στο σχολείο.
- ↪ He doesn’t need to go to the office today.
- Δεν είναι υποχρεωμένος να πάει στο γραφείο σήμερα.
- ↪ He’s so rich that he doesn’t need to work.
- Είναι τόσο πλούσιος ώστε δεν είναι υποχρεωμένος να δουλεύει.
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη must
- ↪ I didn’t need to go.
Πηγές
επεξεργασία- need (noun) - Oxford Learner's Dictionaries
- need (verb) - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 974. ISBN 9780194325684., λήμμα: χρειάζομαι