intellectual
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕπίθετο
επεξεργασίαπαραθετικά | |
θετικός | intellectual |
συγκριτικός | more intellectual |
υπερθετικός | most intellectual |
intellectual (en)
- νοητικός
- ≈ συνώνυμα: → δείτε τη λέξη intelligent
Ουσιαστικό
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
intellectual | intellectuals |
intellectual (en)