Επίρρημα

επεξεργασία

forte (fr)

  Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
forte fortes

forte (fr) θηλυκό



  Ετυμολογία

επεξεργασία
forte < fort- + -e

  Επίρρημα

επεξεργασία

forte (eo)



  Προφορά

επεξεργασία
 

  Επίθετο

επεξεργασία

forte (it)

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

forte (it)

Συγγενικά

επεξεργασία