fornix
Λατινικά (la) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- fornix < furnus
Ουσιαστικό επεξεργασία
fornix αρσενικό
Κλίση επεξεργασία
αριθμός | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | fornix | fornicēs |
γενική | fornicis | fornicum |
δοτική | fornicī | fornicibus |
αιτιατική | fornicem | fornicēs |
κλητική | fornix | fornicēs |
αφαιρετική | fornice | fornicibus |