ενικός         πληθυντικός  
festival festivals

Ετυμολογία

επεξεργασία
festival < αρχαία γαλλική festival < λατινική, festivus, γιορταστικός

Ουσιαστικό

επεξεργασία

festival (en)

  • το φεστιβάλ, η γιορτή
      This is the biggest music festival.
    Αυτό είναι το μεγαλύτερο φεστιβάλ μουσικής.

Ετυμολογία

επεξεργασία
festival < αγγλική festival, γιορτή

Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
festival festivals

festival (fr) αρσενικό

  1. το φεστιβάλ
  2. (κατ’ επέκταση) σειρά εκδηλώσεων σχετικά με μια τέχνη ή με το έργο ενός καλλιτέχνη
     συνώνυμα: rétrospective
  3. (μεταφορικά) και (οικείο) μεγάλη εκδήλωση

Συγγενικά

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία