Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
festivalière festivalières

festivalière (fr)

  1. θηλυκό του festivalier

  Κλιτικός τύπος ουσιαστικού

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
festivalière festivalières

festivalière (fr)

  1. θηλυκό του festivalier