φεστιβάλ
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /fe.stiˈval/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
φεστιβάλ ουδέτερο άκλιτο
- σειρά από καλλιτεχνικές εκδηλώσεις πανηγυρικού ή ενίοτε διαγωνιστικού χαρακτήρα που οργανώνονται κάθε χρόνο στους ίδιους χώρους και κατά το ίδιο χρονικό διάστημα
- το φετινό φεστιβάλ της πόλης μας θα είναι αφιερωμένο στο αρχαίο θέατρο