Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ρήμα επεξεργασία

divert (en)

  1. εκτρέπω, στρέφω σε άλλη κατεύθυνση
  2. αποσπώ την προσοχή
  3. διασκεδάζω κάποιον (του αποσπώ του την προσοχή από τις στενοχώριες του)