ενικός         πληθυντικός  
direction directions

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /daɪˈɹɛk.ʃən/ (βρετανικό)
 
ΔΦΑ : /dɪˈɹɛk.ʃən/ (ΗΠΑ)
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

direction (en)

  1. (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο) η κατεύθυνση, η διεύθυνση, το σημείο προς το οποίο κατευθύνεται, κινείται κάποιος ή κάτι
    ⮡  He was going in the direction of Corinth.
    Πήγαινε με κατεύθυνση την Κόρινθο.
    ⮡  We are not going in the direction of your house.
    Δεν πάμε προς την κατεύθυνση του σπιτιού σου.
    ⮡  the direction of the wind - η διεύθυνση του ανέμου
    ⮡  You have a good/bad sense of direction.
    Έχεις μεγάλη/μικρή ικανότητα προσανατολισμού.
  2. (συνήθως πληθυντικός) η οδηγία
    ⮡  Follow the directions on the box.
    Ακολουθείστε τις οδηγίες στο κουτί.
    ⮡  I gave him detailed directions.
    Του έδωσα λεπτομερείς οδηγίες.
     συνώνυμα: instruction
  3. (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο) η κατεύθυνση, η εξέλιξη, ο τρόπος με τον οποίο εξελίσσεται ένα άτομο ή ένα πράγμα
    ⮡  The inquiry took a new direction.
    Η ανάκριση πήρε καινούργια κατεύθυνση.
    ⮡  The measures the government took are in the right direction.
    Τα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση βρίσκονται σε σωστή κατεύθυνση.
    ⮡  The crisis went in an unexpected direction.
    Η κρίση είχε απροσδόκητη εξέλιξη.
  4. η κατεύθυνση, για να δηλώσουμε το πρόσωπο ή το χώρο από τον οποίο προέρχεται κάτι ή προς τον οποίο απευθύνεται κάτι
    ⮡  He hurled threats in all directions.
    Εκτόξευσε απειλές προς όλες τις κατευθύνσεις.
    ⮡  He steered the conversation in that direction.
    Έστρεψε τη συζήτηση προς αυτή την κατεύθυνση.
  5. (μη μετρήσιμο) η κατεύθυνση, ο σκοπός
    ⮡  His life didn’t have good direction.
    Δεν πήρε σωστή κατεύθυνση στη ζωή του.
    ⮡  The political direction of our party didn’t change.
    Η πολιτική κατεύθυνση του κόμματός μας δεν άλλαξε.
     συνώνυμα: purpose
  6. (μη μετρήσιμο) η διεύθυνση, η ενέργεια του διευθύνω, η ευθύνη που έχει ο διευθυντής να προγραμματίζει και να επιβλέπει τη λειτουργία κάτι
    ⮡  The orchestra played under the direction of D. Metropoulos.
    Η ορχήστρα έπαιξε υπό τη διεύθυνση του Δ. Μητρόπουλου.
  7. (μη μετρήσιμο) η σκηνοθεσία
    ⮡  The play was staged under the direction of Dimitris Rodiris.
    Το έργο ανέβηκε σε σκηνοθεσία Δημήτρη Ροντήρη.



  Προφορά

επεξεργασία
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

direction (fr) θηλυκό

Συγγενικά

επεξεργασία