Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /de.ʁi.zjɔ̃/

  Ουσιαστικό

επεξεργασία
      ενικός         πληθυντικός  
dérision dérisions

dérision (fr) θηλυκό

  1. η περιφρόνηση
     συνώνυμα: dédain, mépris
  2. η ειρωνεία
     συνώνυμα: ironie
  3. ο χλευασμός, ο σαρκασμός, η χλεύη
     συνώνυμα: persiflage, raillerie

Εκφράσεις

επεξεργασία


Συγγενικά

επεξεργασία