• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

bleu

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Γαλλικά (fr)
    • 1.1 Προφορά
    • 1.2 Επίθετο
    • 1.3 Ουσιαστικό
      • 1.3.1 Δείτε επίσης

Γαλλικά (fr)Επεξεργασία

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /blø/
  (βοήθεια·αρχείο)

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

γένος ενικός πληθυντικός
αρσενικό bleu bleus
θηλυκό bleue bleues

bleu (fr)

  • μπλε, γαλάζιος, κυανός, γαλανός

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

bleu (fr) αρσενικό

  1. (χρώμα) το μπλε
  2. η μελανιά, ο μώλωπας
  3. το μαθητούδι, το στραβάδι
  4. φόρμα (οικεία) Les cols bleus
    Je dois enfiler mon bleu de travail avant de couper cet arbre.

Δείτε επίσηςΕπεξεργασία

  • bleu-blanc-rouge
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=bleu&oldid=5648593"
Τελευταία επεξεργασία στις 9 Ιανουαρίου 2023, στις 16:16
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 9 Ιανουαρίου 2023, στις 16:16.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie