• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

ara

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : Ara

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Διεθνείς όροι
    • 1.1 Σύμβολο
  • 2 Καταλανικά (ca)
    • 2.1 Επίρρημα
  • 3 Λατινικά (la)
    • 3.1 Ετυμολογία
    • 3.2 Ουσιαστικό
      • 3.2.1 Κλίση

Διεθνείς όροιΕπεξεργασία

  ΣύμβολοΕπεξεργασία

ara

  • συντομογραφία του αστερισμού Κριός.



Καταλανικά (ca) Επεξεργασία

  ΕπίρρημαΕπεξεργασία

ara (ca)

  • τώρα



Λατινικά (la) Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

ara < asa < ινδοευρωπαϊκή ρίζα *as (καίω)

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

ara (la) θηλυκό

  1. βωμός
  2. ιερό
  3. άδυτο
  4. άσυλο

ΚλίσηΕπεξεργασία

αριθμός ενικός πληθυντικός
ονομαστική ara arae
γενική arae arārum
δοτική arae arīs
αιτιατική aram arās
κλητική ara arae
αφαιρετική arā arīs
(α' κλίση)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=ara&oldid=4444651"
Τελευταία επεξεργασία στις 4 Ιανουαρίου 2020, στις 20:12

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 4 Ιανουαρίου 2020, στις 20:12.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie