Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
Pfote
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Γερμανικά
(de)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
die
Pfote
die
Pfote
n
γενική
der
Pfote
der
Pfote
n
δοτική
der
Pfote
den
Pfote
n
αιτιατική
die
Pfote
die
Pfote
n
Προφορά
επεξεργασία
ⓘ
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ουσιαστικό
επεξεργασία
Pfote
(de)
θηλυκό
ποδάρι
,
πόδι
ζώου