Feuerversicherung
Γερμανικά (de)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
ονομαστική | die | Feuerversicherung | die | Feuerversicherungen |
γενική | der | Feuerversicherung | der | Feuerversicherungen |
δοτική | der | Feuerversicherung | den | Feuerversicherungen |
αιτιατική | die | Feuerversicherung | die | Feuerversicherungen |
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαFeuerversicherung (de) θηλυκό
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη Feuer