Bestellung
Γερμανικά (de)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
ονομαστική | die | Bestellung | die | Bestellungen |
γενική | der | Bestellung | der | Bestellungen |
δοτική | der | Bestellung | den | Bestellungen |
αιτιατική | die | Bestellung | die | Bestellungen |
Προφορά
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαBestellung (de) θηλυκό
Συγγενικά
επεξεργασία- → δείτε τη λέξη bestellen