Basel
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΓερμανικά (de)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
ονομαστική | das | Basel | — | |
γενική | des | Basels | — | |
δοτική | dem | Basel | — | |
αιτιατική | das | Basel | — |
Ετυμολογία
επεξεργασία
- Basel < λατινική Basileia < αρχαία ελληνική βασιλεία
Προφορά
επεξεργασία
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Πηγές
επεξεργασία
Δανικά (da)
επεξεργασίαΣουηδικά (sv)
επεξεργασίαΦινλανδικά (fi)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- Basel < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασία
Basel αρσενικό
- ανδρικό όνομα
Πηγές
επεξεργασία
- Finnish Digital and Population Information Agency, ανακτήθηκε στις 1/8/2023, ενημέρωση δημοτολογίου μέχρι τις 31/7/2023 , φύλλο Miehet kaikki