Δείτε επίσης: ἰσθμός, ισθμός

Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική Ἰσθμός
      γενική τοῦ Ἰσθμοῦ
      δοτική τῷ Ἰσθμ
    αιτιατική τὸν Ἰσθμόν
     κλητική ! Ἰσθμέ
2η κλίση, Κατηγορία 'ναός' όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ἰσθμός αρσενικό

  1. (ισθμός) ο ισθμός της Κορίνθου
  2. ανδρικό όνομα

Συγγενικά επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία