Ἡραΐς
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | Ἡραΐς | αἱ | Ἡραΐδες |
γενική | τῆς | Ἡραΐδος | τῶν | Ἡραΐδων |
δοτική | τῇ | Ἡραΐδῐ | ταῖς | Ἡραΐσῐ(ν) |
αιτιατική | τὴν | Ἡραΐδᾰ | τὰς | Ἡραΐδᾰς |
κλητική ὦ! | Ἡραΐς* | Ἡραΐδες | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | Ἡραΐδε | ||
γεν-δοτ | τοῖν | Ἡραΐδοιν | ||
Με βραχύ γιώτα στο θέμα -ίς -ίδος. * Κατά τη Γραμματική του Smyth, η κλητική ενικού χωρίς το -ς Συνήθως στον ενικό. | ||||
3η κλίση, Κατηγορία 'πατρίς' όπως «πατρίς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- Ἡραΐς < + -ίς • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα
επεξεργασίαἩραΐς θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)