Ετυμολογία

επεξεργασία

ἔδω (αρχαίος επικός ενεστώτας· αττικός τύπος: ἐσθίω)

  1. τρώω
  2. κατατρώγω, καταβροχθίζω

Εκφράσεις

επεξεργασία
  • θυμὸν ἔδοντες: «τρώγοντας» την ψυχή τους, φθείροντας την ψυχική τους διάθεση
  • οἶκον ἔδουσιν: κατασπαταλούν την περιουσία, τα υπάρχοντά τους

Συγγενικά

επεξεργασία