ἄγαμαι
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαΑρχικοί χρόνοι |
Φωνή Eνεργητική |
Φωνή Μέση & Παθητική |
---|---|---|
Ενεστώτας | ἄγαμαι | |
Παρατατικός | ἠγάμην | |
Μέλλοντας | ἀγάσομαι, ἀγασθήσομαι | |
Αόριστος | ἠγασ(σ)άμην, ἠγάσθην | |
Παρακείμενος | ||
Υπερσυντέλικος | ||
Συντελ.Μέλλ. |
ἄγαμαι (αποθετικό)
- θαυμάζω, εκτιμώ
- ὡς σέ, γύναι, ἄγαμαι Οδύσσεια 6.168
- θαυμάζω, απορώ
- μνηστῆρες δε ὑπερφιάλως ἀγάσαντο (απόρησαν τρομερά, έμειναν εμβρόντητοι οι μνηστήρες στη θέα του Οδυσσέα)
- Ὀδυσῆος ἀγασσάμεθ᾽ εἶδος ἰδόντες Ιλιάδα 3.224.
- οργίζομαι, φθονώ
- ἀγασσάμενοι κακὰ ἔργα (εξοργισμένοι με τις κακές σας πράξεις)
- Ποσειδάων᾽ ἀγάσεσθαι ἡμῖν, οὕνεκα... (είχε εξοργισθεί ο Ποσειδώνας επειδή εμείς...)
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΣυνώνυμα
επεξεργασίαΠαράγωγα
επεξεργασίαΚλίση
επεξεργασία Κλίση
Πηγές
επεξεργασία- ἄγαμαι - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- ἄγαμαι - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.