Ρηματικός τύπος

επεξεργασία
ἀγασθήσει
  • β΄ πρόσωπο ενικού στην οριστική παθητικού μέλλοντος του ρήματος ἄγαμαι
→ δείτε τη λέξη  ἄγαμαι