ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ἀγαθότης αἱ ἀγαθότητες
      γενική τῆς ἀγαθότητος τῶν ἀγαθοτήτων
      δοτική τῇ ἀγαθότητ ταῖς ἀγαθότησ(ν)
    αιτιατική τὴν ἀγαθότητ τὰς ἀγαθότητᾰς
     κλητική ! ἀγαθότης ἀγαθότητες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ἀγαθότητε
γεν-δοτ τοῖν  ἀγαθοτήτοιν
3η κλίση, Κατηγορία 'τάπης' όπως «τάπης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ἀγαθότης (ελληνιστική κοινή) < αρχαία ελληνική ἁγαθό(ς) + -της

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ἀγαθότης, -ητος θηλυκό (ελληνιστική κοινή)