Ετυμολογία

επεξεργασία
Ավագյան < ανδρικό όνομα Ավագ (Avag) (ավագ (avag, μεγαλύτερος σε ηλικία, πρεσβύτερος, επικεφαλής))[1] + -յան (-yan)[2]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ɑvɑkʰˈjɑn/
ΔΦΑ : /ɑvɑkʰˈjɑn/ (δυτική αρμενική)

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ավագյան (hy) (Avagyan) αρσενικό ή θηλυκό

Απόγονοι

επεξεργασία

Ավագյան (αρμενικά)

νέα ελληνικά: Αβακιάν, Αβαγκιάν
αγγλικά: Avakyan, Avakian, Avagyan, Avagian
γαλλικά: Avakyan, Avakian
γεωργιανά: ავაკიანი (avakiani), ავაგიანი (avagiani)
ισπανικά: Avakian
ιταλικά: Avakian
πορτογαλικά: Avakian
ρωσικά: Авакян (Avakján), Авагян (Avagján), ρωσικά: Аваков (Avákov), Авагов (Avágov)

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Από μέση αρμενική աւագ (awag, πρεσβύτερος, αρχηγός, ευγενής).
  2. Ավագյան - Տիգրան Ավետիսյան (Τιγκράν Αβετισιάν) (²2010), Հայոց ազգանունների բառարան [Λεξικό αρμενικών επωνύμων] (στα αρμενικά), επιμέλεια: Վ.Մ. Գրիգորյան (Β.Μ. Γκριγκοριάν) & Լ.Ռ. Ուռուտյան (Λ.Ρ. Ουρουτιάν). Γιερεβάν, ISBN 978-9939-53-724-5. (σ. 26α)